Μετάβαση στο περιεχόμενο

κυδωνιά

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: Κυδωνιά
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κυδωνιά οι κυδωνιές
      γενική της κυδωνιάς των κυδωνιών
    αιτιατική την κυδωνιά τις κυδωνιές
     κλητική κυδωνιά κυδωνιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Μία κυδωνιά.

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κυδωνιά < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή κυδωνία, κυδωνέα[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ci.ðoˈɲa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κυδωνιά

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κυδωνιά θηλυκό

  • (δέντρο) φυλλοβόλο δέντρο (του είδους Cydonia oblonga), με άσπρα ή ροζ άνθη, που κατάγεται από την Ασία και παράγει κίτρινους καρπούς (κυδώνια) οι οποίοι μοιάζουν στο σχήμα με το αχλάδι

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]